Being but men, we walked into the trees.Being but men, we walked into the trees.Afraid, letting our syllables be soft For fear of waking the rooks, For fear of coming Noiselessly into a world of wings and cries. If we were children we might climb, Catch the rooks sleeping, and break no twig, And, after the soft ascent, Thrust out our heads above the branches To wonder at the unfailing stars. Out of confusion, as the way is, And the wonder, that man knows, Out of the chaos would come bliss. That, then, is loveliness, we said, Children in wonder watching the stars, Is the aim and the end. Being but men, we walked into the trees. |
Χωρίς να είμαστε τίποτ’ άλλο παρά μόνο άνθρωποι
Χωρίς να είμαστε τίποτ’ άλλο παρά μόνο άνθρωποι, περπατήσαμε μέσ’ απ’ τα δέντρα
Φοβισμένοι, αφήνοντας τις λέξεις μας να είναι τρυφερές
Από φόβο μήπως ξυπνήσουμε τις κουρούνες,
Από φόβο μήπως έρθουμε
Αθόρυβα μέσα σ’ έναν κόσμο φτερών και κραυγών.
Αν ήμασταν παιδιά, ίσως να σκαρφαλώναμε,
Θα πιάναμε τις κουρούνες να κοιμούνται, και δεν θα σπάγαμε ούτε κλαράκι,
Και, μετά το μαλακό ανέβασμα,
Θα τινάζαμε τα κεφάλια μας πιο πάνω απ’ τα κλαριά
Για να θαυμάσουμε την τελειότητα των άστρων.
Πέρα απ’ τη σύγχυση, όπως συμβαίνει συνήθως,
Και τον θαυμασμό για όσα ο άνθρωπος γνωρίζει,
Πέρα απ’ το χάος θα ‘ρχόταν η μακαριότητα.
Αυτό, τότε, είναι ομορφιά, είπαμε,
Παιδιά που με θαυμασμό κοιτάζουν τ’ αστέρια,
Είναι ο σκοπός και το τέλος.
Χωρίς να είμαστε τίποτ’ άλλο παρά μόνο άνθρωποι, περπατήσαμε μέσ’ απ’ τα δέντρα.
|
one of my favourites beautiful dmw
ΑπάντησηΔιαγραφή