Ζω και δουλεύω σε μια μικρή παραλιακή πόλη. Μιά πόλη της Μ.Ανατολής
σε ένα κράτος με ανθηρο, αγριο καπιταλισμό. Μια πόλη με μουσουλμάνους
και λιγους χριστιανούς. Η περιοχή είναι αγροτικη μικροαστικη, δεν θα δει
εδώ κανείς μεγαλοαστούς. Αυτοί είναι στο βορρά, πιο πάνω. Μ'αρέσει το
ψάρι και τα απογεύματα πάω στη παλιά πολη στο καστρο στις ψαροταβέρνες
της μικρής χριστιανικής κοινότητας. Εδώ μαζεύεται όλη η πόλη γιατι η
Τύρος είναι ονομαστή για τα ψάρια της.
Η ταβέρνα που πάω είναι
οικογενειακή, και να έρχεται η πρώτη οικογένεια, ειναι μουσουλμάνοι. Το
θρήσκευμα το καταλαβαίνει κανείς από το τρόπο που είναι ντυμένη η
γυναίκα. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί δεν είναι φανερό σχεδόν κανένα
θρήσκευμα απο τον τρόπο η την εμφάνιση του άντρα. Η μητέρα καλαίσθητη με
ωραία ρουχα, ακόμα πιο ωραια περιποιημένα ακρα , και ωραίο άρωμα. Ο
άντρας πολύς, σοβαροφανής ελαφρα μπροστά απο τη γυναίκα με ρόλεξ πουρο
και μιλά στο κινητό δείχνοντας παράλληλα στους απο πίσω που να κάτσουν.
Απο πίσω η μητέρα, μάλλον του πατέρα γιατί ετσι συνηθίζεται και γιατι η
συζυγος της χαμογελά τυπικά και της στρώνει το κάθισμα για να κάτσει. Αν
ηταν δική της μητέρα θα ήταν πιο οικεία η συμπεριφορά της. Παρα πισω
ενα σκουρόχρωμο πλάσμα. Ψηλή περήφανη παρά το γεγονός ότι τα μάτια της
κοιτάνε κάτω...κάτω γιατί κάτω είναι τα παιδιά του ζευγαριού ένα
κοριτσάκι κάπως πιο μεγάλο ,ισως 8-9 και ενα αγοράκι φανερα οχι πάνω απο
6. Ενα δεύτερο μικρότερο τραπέζι στρώνεται αμέσως πισω και ελαφρά
απέναντι απο το πρώτο. Παραγγέλνουν ορεκτικά φαγητά και ποτά για το
μεγάλο τραπέζι των πέντε θέσεων. Στο μικρό ενα αναψυκτικό νερο απο τη
βρύση ενα σετ χαρτοπετσέτες και ενα πιάτο με ξηρους καρπους.
Η οικογένεια συζητά τρώει και πίνει με διακριτές συμπεριφορές ανάμεσα
στα μέλη της. Ο άντρας σοβαρός, με ενα ελαφρο χαμόγελο αυτοικανοποίησης,
ρυθμιστικός, διακριτικά ελεγκτικός και απέραντα συγκαταβατικός σε ο,τι
του λέει η γυναίκα του και η μάνα του. Νομίζω πως ακόμα κι αν η γυναίκα
του ζήταγε την άδεια να αποκτήση εραστή θα της την έδινε αφου της ελεγε
κάποιους κανόνες πρώτα...τοσο συγκαταβατικός δείχνει να είναι. Η πεθερά
μιλά πολύ, χαρούμενη με τα παιδιά αλλά όταν απευθύνεται στον γιο η στη
νύφη έχει αυτό το ύφος "τιποτα δε παει καλά, και ειναι πολλά στη ζωή που
δεν τα ξερετε ακόμα, και τι χρώμα θα βάψετε το ταβάνι?". Η σύζυγος
γλυκομίλητα αδιάφορη στον άντρα, δικτατορική με τα παιδιά και ιδιαιτερα
χαρούμενη στο τηλέφωνο οπου προφανώς συζητά με τη καλύτερη φιλη της η
καμμιά συγγενή της που είναι ακόμα ελευθερη, τουλάχιστον απο παιδιά. Τα
παιδιά στο χάι, γέλια πειράγματα λαιμαργία καγκουριες, πετάματα
νερου,μαγιονέζας λαδιου φυστικιών και τσακώματα. Ερχεται το ψάρι. Η
μητέρα κάνει νοημα στη μαύρη γυναίκα που τόση ωρα σιγοπινει το
αναψυκτικό της γραφοντας μηνυματα στο κινητό και παρακολουθώντας με την
ακρη του ματιού της το τραπέζι των πεντε θεσεων.
Η
μαύρη γυναίκα παίρνει τα πιάτα των παιδιών και κόβει τις μερίδες τους
αναζητώντας επιδοκιμασία απο τη μάνα πριν τις βάλει στα παιδικά πιάτα.
Μετά και χωρίς κουβέντα παιρνει τα πιάτα στο τραπέζι της οπου τα
καθαρίζει προσεκτικά απο ολα τα κοκκαλα. Νομίζω πως έχει φορέσει διάφανα
γάντια...ναι εχει φορέσει γιατι αφου καθαρίσει τα ψάρια βγάζει τα
γάντια και με αυτά μαζευει και τα κοκκαλα και τα πετά σε ενα παρακείμενο
κάδο. Οι γάτες απελπισμένες για τη γυμναστικη πηδάν στο κάδο
ισορροπώντας δυσκολα στα στενά του χείλη πριν εξαφανιστουν στο εσωτερικό
του.
Η μαυρη γυναίκα μεταφέρει μετά τα πιάτα με το καθαρό ψάρι
στο τραπέζι των πεντε θεσεων κάτω απο τα ανυπομονα παιδικά βλέμματα. Τα
παιδιά τρώνε με ορεξη. Η μαυρη γυναίκα ξανακάθεται και αυτή τη φορά ,
δεν εχει αλλο αναψυκτικο και αγναντεύει το λιμάνι με τις ξυλινες
ψαροβαρκες και ένα μικρό ρυμουλκο στην ακρη της προκυμαίας. Απορώ γιατι
η μαυρη γυναίκα δεν έχει παραγγείλει φαγητό. Ισως να μην προβλέπεται
την ωρα της δουλιάς. Ισως ναναι αρκετά περήφανη για να διακρίνει
επιδοκιμασία η δυσφορια στην παραγγελία της. Ισως γιατί το είδος της
δουλιάς ειναι αρκετό φορτίο για αυτήν και δεν θέλει να συνδέσει την
ευχαρίστηση του φαγητού με την επαχθεια του επαγγέλματος.
Τα
παιδιά τελειώσαν το φαί και παίζουν, ξαφνικά το αγοράκι το πιάνουν οι
μυξες του, τρεχουν απο την μυτούλα του και κοιτά τη μάνα του. Η μάνα του
κοιτά την μαυρη γυναίκα, την υπηρέτρια, την "αλλη" . Η μαύρη γυναίκα
κάνει νοημα στον μικρό και αυτός τρέχει κοντά της κοιτώντας ομως τη μάνα
του. Η μάνα του ηδη κοιτά αλλου. Η μαυρη γυναίκα σκουπιζει αδιάφορα τη
μυτη του μικρού και ξαναγυρίζει στο αγνάντεμά της. Η μικρή ζηλεύει και
τρέχει και αυτή στην μαύρη γυναίκα δείχνοντάς της τη μύτη της. Η μαυρη
γυναίκα της λέει στα γαλλικά οτι δεν έχει μυξες. Η μικρή πατά το πόδι με
πεισμα στο μπετο της ταβέρνας. Η μαύρη γυναίκα πάλι αδιάφορα βγάζει
μαντήλι και σκουπίζει την "κατα φαντασία" μύξα της μικρής. Η μανα κοιτά
για λίγο και ξαναγυρνα στη νεα της απασχόληση. Ηρθε η ωρα του ναργιλέ.
Ζητω
καφε και τον λογαριασμό. Νιώθω να μην εχω φχαριστηθεί το φαί μου
σήμερα. Ερχεται ο λογαριασμός, κάνω νοημα στον σερβιτόρο και αυτός
σκύβει. Τον ρωτάω "Ποιά οικογένεια είναι αυτή? φαίνονται πολύ σπουδαίοι
άνθρωποι..." χαρουμενος που θα φανει χρήσιμος μου λέει αμέσως: "Α ειναι η
...ταδε....ο αντρας είναι διευθυντής του ταχυδρομείου και η γυναίκα
καθηγήτρια στο ορφανοτροφείο θηλέων"....μάλιστα...πληρώνω αφήνω κι ενα
σωστό φιλοδώρημα για την πρώτη μέρα μετα το Ραμαντάν και πέρνω το δρόμο
να πάω με τα πόδια στο σπίτι. Περνόντας απο την αλάνα του παρκινγκ
εμφανίζεται ο νέος που φυλά τα αμάξια και με ρωτά ευγενικά ποιό είναι το
αμάξι μου. Του απαντω ευγενικά χωρις να τον κοιτώ ότι δεν εχω αμάξι.
Δεν θέλω να τον φέρω στη δύσκολη θέση να του ξεφύγει αυτό το βλέμμα
αναμικτής συγκατάβασης και οικτου για κάποιον που δεν έχει αμάξι
υπηρέτρια και πουρο σε αυτή τη γωνια του κόσμου. Αρκουν μερικοι χαμηλοι
άνθρωποι για να κατεβάσουν και τους άλλους στο επιπεδό τους κι ο νεαρός
μεροκαματιάρης τόχει νιώσει στο πετσί του ...ετσι φεύγω...γυρίζω ομως
απο μακριά να κοιτάξω την χαρούμενη οικογένεια. ...η μαυρη γυναίκα ακόμα
αγναντεύει τη θάλασσα, περιμένοντας τι? το καράβι που θα την πάρει η το
κύμα που θα τους πάρει και θα τους σηκώσει ολους τους....τα σκασμένα..
χορτασμένα παίζουν στριφογυρίζοντας τα κουτάλια στο υγρο πλεον παγωτό
τους.