Των Νίκου Προγούλη και Γιάννη Ραχιώτη
Η κινδυνολογία περί καταστροφής αν φύγουμε από ευρώ
και ΕΕ είναι γνωστή. Οι πρώτοι που ωρύονται είναι οι ίδιοι οι «εταίροι» μας
στην ΕΕ. Αυτοί που μας έχουν «πελάτες» τόσα χρόνια. Έπονται αυτοί που μας
κυβέρνησαν τόσα χρόνια στην Ελλάδα. Είναι το μεγάλο «υπερ-κόμμα» του ευρώ. Νέα
Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ πριν από όλους. Αυτοί που επέβαλαν τα μνημόνια.
Από κοντά ο ΣΕΒ και οι λεγόμενες επιχειρηματικές
τάξεις, που ωφελήθηκαν επί δεκαετίες με κέρδη, κοινωνικό κύρος και μερίδιο στην
πολιτική εξουσία και διαχείριση.
Δεν θα μπορούσε να λείπει ο φασιστικός χώρος. Η
Χρυσή Αυγή το έχει ξεκαθαρίσει σαφώς ότι είναι υπέρ της παραμονής στην
ευρωζώνη. Και από δίπλα έρχονται οι δεξιές και ακροδεξιές μισές φωνές κατά του
Μνημονίου αλλά υπέρ του ευρώ, όπως αυτή του Π. Καμμένου. Στην ανακήρυξη του
ευρώ ως ιερού τοτέμ συμμετέχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτό θα το σχολιάσουμε
χωριστά.
Γιατί όμως, ειδικά το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο
λυσσάει τόσο πολύ; Πρώτο, γιατί αυτοί θα χάσουν από αυτή την έξοδο. Η ΕΕ θα
χάσει έναν πελάτη που έχει αφαιμάξει τόσα χρόνια. Κυρίως όμως, η έξοδος της
Ελλάδας από την ευρωζώνη μπορεί να αποτελέσει την απαρχή για ξήλωμα του
οικοδομήματος του ευρώ. Είναι η ευρωζώνη που θέλουν να σώσουν οι ολιγάρχες του
πλούτου στην Ευρώπη, αλλά και σε όλο τον κόσμο. Η ζώνη του ευρώ αποτελεί αυτή
τη στιγμή τον «αδύνατο κρίκο» στον παγκόσμιο ωκεανό αντιθέσεων, μεσοπέλαγα μιας
βαθύτατης καπιταλιστικής κρίσης. Δεν είναι τυχαίο ότι ασχολούνται όλοι με τη
σωτηρία του ευρώ, από τον Ομπάμα μέχρι τους G20. Η ελληνική αστική τάξη θα
αδυνατίσει οικονομικά και πολιτικά πολύ σοβαρά με το σπάσιμο αυτού του δεσμού.
Και βέβαια, σημαντικό τμήμα του πολιτικού προσωπικού θα μείνει ...άνεργο.
Δεύτερο, οι πολέμιοι της εξόδου από την ευρωζώνη και
την ΕΕ, δεν θέλουν να δούμε την κοινωνική αιμορραγία που έχουμε σήμερα, εξ
αιτίας της παραμονής στον «λάκκο των λεόντων». Το κόστος παραμονής είναι
αιματηρό και τεράστιο. Μιλάμε για ζημιά που συγκρίνεται μόνο με πόλεμο. Το ΑΕΠ
και το 2011 έχει πέσει 15%. Το 2012 θα πάει 8% κάτω. Και επειδή από το βυθό δεν
μπορείς να βρεθείς να πετάς στον ουρανό, το ελάχιστο της πτώσης που θα υπάρξει
θα είναι πάνω από 30%. Πραγματική καταστροφή που μετριέται με 1,5 εκατομμύριο
ανέργους, μισό εκατομμύριο να δουλεύουν χωρίς να πληρώνονται, σακατεμένους
μισθούς, διαλυμένα νοσοκομεία.
Παραμερίζοντας όλους αυτούς, πρέπει να δούμε γιατί
οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι νέοι, οι φτωχοί, έχουμε συμφέρον από μια έξοδο
από ευρωζώνη και ΕΕ.
Μονόδρομος
η μονομερής παύση πληρωμών και άρνηση του χρέους
Η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να σηκώσει κεφάλι όσο
είναι αναγκασμένη να αποπληρώνει ένα χρέος που θα κουρεύεται μόνο τόσο, όσο θα
παραμένει και πάλι αδύνατο να εξοφληθεί. Θα αποστραγγίζεται για την αποπληρωμή
του κάθε δημόσιο έσοδο, θα ιδιωτικοποιηθούν και τα τελευταία απομεινάρια της
κρατικής περιουσίας, θα καταλυθεί ακόμη περισσότερο η εθνική κυριαρχία.
Μονομερής παύση πληρωμών και άρνηση του χρέους, που
εμείς το θεωρούμε μονόδρομο, σημαίνει προβλήματα των ελληνικών (και όχι μόνο)
τραπεζών, χωρίς τη δυνατότητα προσφυγής σε Eυρωπαϊκή Kεντρική Tράπεζα και ΕΕ,
οπότε είναι απαραίτητος ο εθνικός έλεγχος του νομίσματος και βεβαίως η
εθνικοποίηση των τραπεζών. Αυτός είναι ένας μόνο από τους λόγους που κάνει
επιτακτική την έξοδο από την ευρωζώνη.
Η έξοδος όμως από την ευρωζώνη δεν είναι αρκετή, το
χρέος δεν είναι αιτία αλλά σύμπτωμα μιας προβληματικής οικονομικής πορείας,
αφού τόσο η αγροτική παραγωγή όσο και η μεταποίηση αποδιαρθρώθηκαν μετά την
ένταξή μας στην ΕΟΚ το 1981, όταν εκτέθηκαν σε ανταγωνισμό χωρίς καμία
προστασία, με τις κατά πολύ ισχυρότερες οικονομίες του ευρωπαϊκού κέντρου. Από
τότε αρχίζουν να διογκώνονται τα δημόσια ελλείμματα και το χρέος (29,7% του ΑΕΠ
το 1981, 65,7% του ΑΕΠ το 1989, 120% του ΑΕΠ το 2010 κ.ο.κ.). Τα δάνεια που
έπαιρνε ο δημόσιος τομέας χρηματοδοτούσαν δημόσιες δαπάνες που στη συνέχεια
διαχέονταν εν μέρει ως εισοδήματα στην ιδιωτική οικονομία. (Ένα άλλο μέρος
επέστρεφε αυτούσιο στις δανείστριες μέσω της αγοράς εξοπλισμών και των μεγάλων
έργων). Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να βιώσουν οι Έλληνες για κάποια χρόνια την
ένταξη στην ΕΕ ως ευημερία και όχι ως καταστροφή. Η κρίση του 2008 που
δυσκόλεψε τη δανειοδότηση, φανέρωσε τα προβλήματα που κρύβονταν τα προηγούμενα
χρόνια αλλά έσπρωχναν σταθερά σε αδιέξοδο. Έτσι σήμερα, ακόμη κι αν μας
χαριζόταν το χρέος, θα επανεμφανιζόταν σε λίγα χρόνια, όσο μένουμε εντός της
ΕΕ, λόγω της ανισορροπίας πλεονασματικού κέντρου - ελλειμματικής περιφέρειας.
Ακόμη κι αν, όπως φέρεται να ελπίζουν οι
«φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις», η ΕΕ αλλάξει συμπεριφορά, εγκαταλείψει τη λιτότητα,
δηλαδή αποδεχτεί ένα φτηνό τρόπο να δανείζει τα κράτη, π.χ. με ευρωομόλογα ή
έκδοση φρέσκου χρήματος από την ΕΚΤ και δείχνει ανοχή σε ελλειμματικούς
προϋπολογισμούς (πέραν του ότι αυτά είναι τελείως εκτός της λογικής της) το
πρόβλημα απλώς μεταφέρεται στο μέλλον: Τα νέα υψηλότερα χρέη θα πρέπει να
εξυπηρετούνται σε βάρος άλλων αναγκών.
Για να αποβεί σε όφελος των λαϊκών στρωμάτων η
έξοδος από ευρωζώνη και ΕΕ πρέπει να συνοδευτεί από: Ακύρωση όλων των δανειακών
συμβάσεων, μνημονίων και εφαρμοστικών νόμων με παράλληλη ολοκληρωτική στάση
εξωτερικών πληρωμών. Αναγκαστική απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση κάθε κοινού
αγαθού και δημόσιας περιουσίας που έχει ιδιωτικοποιηθεί. Έλεγχο στην κίνηση
αγαθών, κεφαλαίων και υπηρεσιών (τελωνειακοί έλεγχοι, συναλλαγματικοί έλεγχοι,
ποσοστώσεις κ.λπ.) ώστε να θωρακιστεί η οικονομική αυτοδυναμία της χώρας.
Εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών κλάδων της οικονομίας, ειδικότερα
εκείνων που καλύπτουν βασικές βιοτικές ανάγκες. Επανεισαγωγή της δραχμής και
μερική υποτίμησή της, με παράλληλη μετατροπή των καταθέσεων σε δραχμές και
μέτρα ώστε να μην πληγούν τα λαϊκά εισοδήματα και οι μικροκαταθέτες. Επαναφορά
μισθών και συντάξεων στα προ μνημονίων επίπεδα. Υποστήριξη και βελτίωση των
κοινωνικών παροχών, αναπροσανατολισμό της φορολογικής πολιτικής σε βάρος των
πλουσιότερων στρωμάτων και μέτρα δημοκρατικού ελέγχου της οικονομίας.
Η έξοδός μας από ευρωζώνη και ΕΕ επείγει: Η συνεχιζόμενη
συρρίκνωση της παραγωγής μας, ιδιαίτερα στην παρούσα περίοδο της ύφεσης κάνει
δυσκολότερο το έργο της οικονομικής ανασυγκρότησης στο μέλλον.
Είναι δυνατή η απεξάρτησή μας από την ΕΕ; Σήμερα
εξαρτώμαστε από τους «Ευρωπαίους εταίρους» μας για να ισοσκελίσουμε: Το δημόσιο
έλλειμμα, που σημαίνει ότι τα κρατικά έξοδα είναι μεγαλύτερα από τα έσοδα. Εδώ
βασίζονται όσοι μας τρομοκρατούν ότι βγαίνοντας από ευρωζώνη και ΕΕ δεν θα
μπορούμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις. Το ισοζύγιο πληρωμών, που σημαίνει
ότι τα αγαθά και οι υπηρεσίες που εξάγουμε συν κάποιες πληρωμές προς την
Ελλάδα, είναι μικρότερης αξίας από αυτά που εισάγουμε. Εδώ βασίζονται όσοι μας
τρομοκρατούν ότι βγαίνοντας από ευρωζώνη και ΕΕ δεν θα μπορούμε να εισάγουμε
πετρέλαιο, φάρμακα, τρόφιμα κ.λπ.
Ξεκινώντας από το δημόσιο έλλειμμα, αν υποθέσουμε
ότι σταματάμε να πληρώνουμε το χρέος και τους τόκους, όπως εμείς προτείνουμε,
δεν υπάρχει έλλειμμα: Για το 2011 οι δαπάνες, πλην τοκοχρεολυσίων, είναι 55,9
δισ., εκ των οποίων 3 δισ. είναι «άλλες δαπάνες εξυπηρέτησης χρέους πλην τόκων
κ.λπ.», ποσό που φυσικά πρέπει να αφαιρεθεί και τότε οι δαπάνες αντιστοιχούν
ακριβώς στα έσοδα, που είναι 52,9 δισ., χωρίς να περιλαμβάνουν τα έκτακτα
χαράτσια και χωρίς να υπολογίζουμε καθόλου εισροές από την ΕΕ. Ωστόσο, δεν
πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο ισοσκελισμός των εσόδων και των εξόδων και η
ιεράρχηση των δαπανών δεν είναι τόσο λογιστικό όσο πολιτικό ζήτημα: Αν για
παράδειγμα, η πληρωμή μισθών, συντάξεων, δαπανών υγείας και παιδείας,
προηγούνται των δαπανών για εξοπλισμούς ή αν τα έσοδα πρέπει να αυξηθούν με
φορολογία της μεγάλης περιουσίας ή με αύξηση του ΦΠΑ, είναι πολιτικό ζήτημα. Σε
κάθε περίπτωση, είναι νομίζουμε φανερό ότι ακόμη κι έτσι, τα έσοδα επαρκούν για
την κάλυψη των πιο καίριων αναγκών. Είναι όμως ανάγκη η σημερινή κατάσταση να
βελτιωθεί και αυτό θα γίνει με μετατόπιση του φορολογικού βάρους από τις πλάτες
των φτωχότερων στρωμάτων στη μεγάλη περιουσία, τους εφοπλιστές, την Εκκλησία
κ.λπ. και με μείωση των άχρηστων δαπανών, π.χ. για εξοπλισμούς, ασφάλεια,
προγράμματα ΜΚΟ, βιτρίνες (αθλητικές ή προβολής, π.χ. έκθεση Θεσσαλονίκης)
κ.λπ.
Οι πρόσθετες κρατικές δαπάνες για παραγωγικές
επενδύσεις θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν από κόψιμο χρήματος που δεν θα είναι
πληθωριστικό, γιατί θα κατευθυνθεί στην παραγωγή και όχι στην κατανάλωση, οπότε
θα έχει αντίκρισμα σε πραγματικές αξίες.
Ας δούμε τώρα το ισοζύγιο πληρωμών. Είναι αλήθεια
ότι η Ελλάδα έχει χρόνια αδυναμία να ισοσκελίσει το εμπορικό της ισοζύγιο.
Μέρος αυτού του ελλείμματος καλύπτεται από πλεόνασμα σε υπηρεσίες, π.χ.
τουρισμός, μεταβιβαστικές πληρωμές και κινήσεις κεφαλαίων. Ωστόσο, το εμπορικό
έλλειμμα διογκώθηκε σημαντικά τα χρόνια της ΕΕ από πολυτελείς καταναλωτικές
δαπάνες, οι οποίες εύκολα μπορούν να περισταλούν, όπως συμβαίνει δραστικά ούτως
ή άλλως το τελευταίο δύσκολο διάστημα: Το εμπορικό έλλειμμα από 44 δισ. το
2008, πήγε στα 31,8 δισ. το 2010, έπεσε στα 19,9 δισ. το 2011, και το πρώτο
τρίμηνο του 2012 παρουσίασε περαιτέρω μείωση 32,5% σε σχέση με το αντίστοιχο
διάστημα του 2011. Ωστόσο, η μείωση αυτή έχει στις παρούσες συνθήκες σαφή όρια:
Π.χ. το έλλειμμα στο διατροφικό τομέα (περί τα 135 εκατ. ευρώ μηνιαία) θα
συνεχίσει να υφίσταται όσο είμαστε στην ΕΕ, αλλά θα ισοσκελιστεί από εγχώρια
παραγωγή στην περίπτωση που βγούμε. Βεβαίως, η Ελλάδα ούτε μπορεί, ούτε θα
θέλαμε, ακόμη κι αν μπορούσε, να γίνει μια αυτάρκης χώρα. Υπάρχουν εισαγωγές
που είναι απαραίτητες για να διατηρήσουμε ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο, αλλά
αυτές μπορούν να συνεχίσουν να γίνονται όπως συνέβαινε στα προ ΕΕ χρόνια και όπως
κάνουν όλες οι άλλες εκτός ΕΕ χώρες.
Επιπλέον, με έξοδο από ευρωζώνη και ΕΕ το εμπορικό
ισοζύγιο θα βελτιωθεί γιατί: Πρώτο, η εγχώρια παραγωγή, αφού θα προστατεύεται
από δασμούς, θα αυξηθεί. Με άλλα λόγια, θα ανακτηθεί η εσωτερική αγορά.
Δεύτερο, το σκληρό ευρώ, όντας εμείς έξω από αυτό, θα λειτουργεί θετικά για το
εμπορικό μας ισοζύγιο και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Τρίτο, εκτός ΕΕ δεν
θα δεσμευόμαστε από κοινοτικές συμφωνίες και θα μπορούσαμε, με διακρατικές
συμβάσεις, να εισάγουμε προϊόντα με καλύτερους όρους. Τέλος ένα σε λογικά πλαίσια
αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο μπορεί να εξισορροπείται από ένα αντίστοιχα
πλεονασματικό ισοζύγιο υπηρεσιών.
Το ποσοστό υποτίμησης της δραχμής θα εξαρτηθεί σε
μεγάλο βαθμό από το πόσο ελλειμματικό θα είναι το ισοζύγιο των τρεχουσών
συναλλαγών, καθώς όσο μεγαλύτερη θα είναι η υποτίμηση, τόσο θα μικραίνει το
έλλειμμα. Η υποτίμηση θα έχει ως αποτέλεσμα να ακριβύνουν τα εισαγόμενα αγαθά,
όχι αυτά που θα παράγονται εγχώρια. Όσα από τα εισαγόμενα αγαθά καλύπτουν
βασικές ανάγκες, κι επομένως η αύξηση της τιμής τους θα πλήξει το εισόδημα των
λαϊκών στρωμάτων, πρέπει να επιδοτηθούν, εν μέρει από τους δασμούς στην
εισαγωγή πολυτελών αγαθών.
Αρκεί όμως η έξοδος από την ευρωζώνη; Μήπως
χρειάζεται και η έξοδος από την ΕΕ; Ναι, γιατί όλα τα μέτρα που περιγράψαμε πιο
πάνω, που συγκροτούν ένα ελάχιστο πλαίσιο στήριξης και ανόρθωσης της οικονομίας
μόλις βγούμε από την ευρωζώνη, απαγορεύονται ρητά από τη Συνθήκη για τη
Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς δεν μπορούν να εφαρμοσθούν όσο η χώρα
διέπεται από το νομικό πλαίσιο της Ένωσης. Οι συνθήκες που διέπουν την ΕΕ, όπως
διαμορφώθηκαν μετά τη συνθήκη της Λισαβόνας, απαγορεύουν κάθε δασμό ή άλλη
ενίσχυση της εθνικής παραγωγής, κάθε περιορισμό στις εισαγωγές και φυσικά κάθε
περιορισμό στην κίνηση κεφαλαίων. Οι σημαντικότεροι τομείς για την οικονομία,
όπως οι εμπορικές πολιτικές, η αγροτική πολιτική κ.λπ. είναι εκχωρημένες στα
κοινοτικά όργανα. Ο «ελεύθερος» ανταγωνισμός αποτελεί καταστατική υποχρέωση για
τα κράτη μέλη, με φυσικό επακόλουθο τη συντριβή των ασθενέστερων οικονομιών. Η
εφαρμογή του, πέρα από τον πολιτικό έλεγχο, ελέγχεται και δικαστικά. Τέλος, ο
αντιδημοκρατικός τρόπος συγκρότησης των οργάνων διοίκησης της ΕΕ και λήψης
αποφάσεων αποκλείει κάθε ελπίδα αλλαγής συσχετισμών υπέρ των ασθενέστερων.